Κυριακή 30 Ιανουαρίου 2011

Αγρίνιο, Η Πόλις Του Κροίσου


...και η οικονομική κρίσις
     4 Ιανουαρίου 1930


Πατήστε πάνω στο άρθρο για μεγέθυνση




Σέντα Χατζοπούλου Sloor


Επιστολή της κόρης του Κώστα Χατζόπουλου, Σέντα Χατζοπούλου Sloor, προς το περιοδικό "ΕΣΤΙΑ", θέλοντας μ' αυτόν τον τρόπο να διορθώσει λανθασμένα στοιχεία σχετικά με το βιογραφικό του πατέρα της που δημοσιεύτηκε σε προηγούμενο τεύχος.
Η επιστολή δημοσιεύτηκε στο τεύχος 939 του περιοδικού, στις 15 Αυγούστου 1966.

Πατήστε πάνω στο κείμενο για μεγέθυνση




Σάββατο 29 Ιανουαρίου 2011

Αφίσες Παπαστράτου




Από το elia.org.gr



Από το elia.org.gr



Από το elia.org.gr






Αφίσσες Παπαστράτου



Μετά από μία θαυμασία προσγείωση....



Από το elia.org.gr


Από το elia.org.gr


Από το elia.org.gr





Αρχοντικό Ξυνόπουλου


Βρίσκεται στην Πλατεία Παναγοπούλου και είναι ένα από τα νεοκλασσικά που διατηρήθηκε και αναπαλαιώθηκε.
Χτίστηκε το 1902 και ήταν το σπίτι του δικηγόρου Νικόλαου Ξυνόπουλου. 


Το αρχοντικό την δεκαετία του '40

Κατά την δεκαετία του '60 στέγασε το ΚΤΕΛ Αγρινίου. 

Από elia.org.gr


Αργότερα περιήλθε στην ιδιοκτησία της ΔΕΗ.
Αναπαλαιώθηκε διατηρώντας την αρχική του μορφή και σήμερα στεγάζει τις υπηρεσίες της ΔΕΗ.

Πριν την αναπαλαίωση .
Φωτογραφία Maria Rixinger




Παρασκευή 28 Ιανουαρίου 2011

Βολτάροντας... στο Πάρκο


1970
Την καθιερωμένη Κυριακάτικη βόλτα μας στο πάρκο, πολλές φορές την κατέγραφε ο φακός του φωτογράφου.




1958


Δεκαετία του '60
Μαθητές του Γυμνασίου Αρρένων




Δεκαετία του '60
Μαθητές του Γυμνασίου Αρρένων. Χαρακτηριστικό "αξεσουάρ" το πηλίκιο, το οποίο είχε και τον προσωπικό αριθμό του κάθε μαθητή.


Δεκαετία του '40




Οι καπνεργάτριες του Αγρινίου


της Κωνσταντίνας Μπάδα


Μαρτυρίες που έχει καταγράψει η κ. Κωνσταντίνα Μπάδα.
Ολόκληρο το κείμενο μπορείτε να το διαβάσετε στην ηλεκτρονική εφημερίδα "Η Νέα Εποχή".



Η κυρία Ευγενία, 88 ετών, αφηγείται: «Κοίτα εμείς παλιά καθόμασταν, μέχρι το '30, στο «τσόλ», κάτω σταυροπόδι και ξεδιαλέγαμε τον καπνό, τον βάζαμε κατά ποιότητα στα κασελάκια που ήταν μπροστά μας. Εγώ όλα μου τα χρόνια ήμουν ξεφυλλίστρια. Ήξερα να ξεχωρίζω αμέσως την ποιότητα του καπνού και τα χέρια μου αστραπή πήγαιναν στο κάθε κασονάκι την ποιότητα που έπρεπε. Το «ολ τσαντί» ήταν ο καλύτερος καπνός, το κορφάδι. Εκατό γυναίκες σκυμμένες και ξεφυλλίζαμε, όλη τη μέρα, τον καπνό. Σε μια αίθουσα εκατό γυναίκες κι η μυρουδιά αφόρητη. Κι αμίλητες... Μετά είμασταν κάπως καλύτερα, καθόμασταν σε θρανία, και μετά το '50, το 1958 για την ακρίβεια, ήρθαν οι μηχανές, τις έφερε ο Ηλιού πρώτος. Οι καπνεργάτες χύμηξαν να τις σπάσουν. Εγώ τότε δούλευα στον Αβραμίδη. Οι αποθήκες δούλευαν χρονικής ως τότε, χειμώνα - καλοκαίρι. Με τα μηχανήματα κόβονταν η δουλειά. Κάθε λεπτό κι ένα δέμα ήταν έτοιμο μ' αυτές. Να η αστυνομία, ξύλο, απεργίες... Σιγά σιγά όλες οι αποθήκες έβαλαν μηχανήματα και δε μπορούσαμε να κάνουμε τίποτε. Ήρθαν και τα υγραντήρια, σε δύο λεπτά μέσα το υγραντήριο έβγαζε υγρό τον καπνό, τι χρειάζονταν οι καπνεργάτες; Η τόγκα να δεις... Με δύο γυναίκες δούλευε όλη μέρα... Την κατάργησαν αυτή... Οι γυναίκες μπήκαν στα τάπια, έτσι στεκόμασταν όρθιες μπροστά στον πάγκο, ξερμαθιάζαμε μόνο, δε διαλέγαμε ποιότητες, μόνο κάνα φύλο και τίποτε άλλο. Τώρα είμασταν ξεφυλλίστριες, είμασταν γυναίκες όρθιες, άλλες ήταν γυναίκες «σοπάνι», αυτές δηλαδή που τύλιγαν -σωπάνιαζαν- τον έτοιμο σε δέμα καπνό. Αποκεί οι άνδρες τον πήγαιναν στις αποθήκες και τον στοίβαζαν. Οι στοιβαδόροι, του άλλαζαν κάθε τόσο θέση για να στεγνώνει και να αερίζεται καλά. Άλλες ήταν καθαρίστριες. Εγώ τα υπό­λοιπα χρόνια, ως τη σύνταξη, δούλευα στα τάπια. Δε μ' απέλυσαν ποτέ. Σ' όλους δούλεψα, ήμουν ήσυχη, εξ παιδιά είχα, σέβας είχα, δε μ' απέλυσαν ποτέ. Εδώ που τα λέμε γέμιζε η τσεπούλα μας λεφτά. Ήταν δύσκολο τότε να έχεις λεφτά. Σκληρή δουλειά αλλά και τσάμπα δε θα μας τα δίνανε».

Καπνεργάτριες στο Αγρίνιο.
Από το βιβλίο "Το Αγρίνιο Κάποτε" του Αρ. Μπαρχαμπά


 «Ήρθαμε από τη Σάμο εδώ το 1922. Ήμουν δεν ήμουν δέκα χρονώ που πήγα στις καπναποθήκες. Δούλευα όπως και οι άλλοι. Έδινα στις άλλες εργάτριες νερό. Μετέφερα τα κασονάκια. Όλη μέρα... Το μεσημέρι κάναμε διάλειμμα, τρέχαμε στο σπίτι να φάμε κάτι και μετά ξαναγυρνούσαμε στην αποθήκη, ώσπου νύχτωνε... Όταν πήρα το πρώτο βδομαδιάτικο στα χέρια μου, τα λεφτά χάρτινα, τα κοίταζα, τα κοίταζα δεν είχαν και πολύ αξία για μένα αλλά τάβαλα στην τσεπούλα μου κι έτρεξα, έτρεξα στο σπίτι και τάδωσα στη μάνα μου. Όταν ερχόταν ο έλεγχος, μ' έβαζαν μέσα στα κασόνια, να μη με βρουν, γιατί ήταν παράνομο να δουλεύω. Μια φορά κόντεψα να σκάσω εκεί μέσα στο κασόνι που ήταν γεμάτο καπνό. Άρχισα να φωνάζω και να το χτυπάω με τα χέρια μου και μ' έβγαλαν... Έτσι ήταν τότε, ούτε γράμματα έμαθα ούτε τέχνη, μόνο στις αποθήκες, στον καπνό. Αποκεί πήρα σύνταξη...».


«Το κακό έγινε με την τόγκα. Το δικό μας σωματείο ήταν ισχυρό. Τα αφεντικά έφεραν την τόγκα και για αυτή έπαιρναν μόνο γυναίκες, κι οι άνδρες μας έμειναν χωρίς δουλειά. Τους συνέφερνε να παίρνουν μόνο γυναίκες, γιατί το μεροκάματο ήταν μόνο το ένα τρίτο από αυτό που έπαιρ­ναν οι άνδρες. Να φανταστείς ότι όταν οι άνδρες έπαιρναν ενενήντα δραχμές, οι γυναίκες παίρνα­με τριάντα επτά. Γιατί να μην πάρουν εμάς στη τόγκα... Μας έπεφταν οι πλάτες με τη «τόνκα», εδώ δεν ξεφυλλίζαμε τον καπνό, τον ξερμαθιάζαμε μόνο, ποστιάζαμε και πέρναγε από τη μηχανή. Οι άνδρες μας κάθονταν... Κάναμε μεγάλες απεργίες γι' αυτό. Και το '26, τότε που σκότωσαν την Γεωργατζέλη, καπνεργάτρια μπροστά μπροστά με την κοιλιά στο στόμα. Τους στρίμωξε τους χωροφυλάκους στην πορεία και μπάμ τη σώριασαν... Δε ντράπηκαν, με τη κοιλιά στο στόμα, κι άλλους δυο. Τι έχουν δει τα μάτια μας! Ούτε την κηδεία δεν άφηναν να γίνει στην εκκλησία του Αη-Δημήτρη».

Από το βιβλίο "Το Αγρίνιο Κάποτε" του Αρ. Μπαρχαμπά

 «Εγώ ήμουν συνδικαλίστρια από το 1964. Έφαγα ξύλο με το τσουβάλι, δε με χώνευαν μου άλλαξαν τη δουλειά που έκανα, με έβαλαν καθιστή, από συλλέκτρια που ήμουν, έβγαλα κι εγώ ένα λόγο και τους είπα φεύγω. Εγώ στη δουλειάμ ήμνα πάντα συλλέκτρια... Ήμνα καλή στη δουλειά μ... Δε βγήκα ποτέ να πάω επάνω, να πιω νερό, να πιω ένα καφέ. Να κάνω τα γλυκό μάτια στον επιστάτη για να με κρατήσουν στη δουλειά. Γίνονταν και τέτοια, μη νομίζεις. Έτρεμε το φυλλοκάρδι μου κάθε Παρασκευή, όταν μας έβαζαν στη σειρά, κι έλεγαν ένα ένα τα ονόματα των καπνεργατριών που απολύονταν αλλά εγώ δεν ανέβαινα επάνω να πιω ένα καφέ... δεν έδωσα αυτό το δικαί­ωμα ποτέ. Μούτζες.. ναι έδινα. Γι' αυτό μ' έβαλαν να δλεύω καθιστή».





Καπναποθήκες


Η πόλη ακόμη μυρίζει καπνό... Κι αχνοφέγγει δειλά τα δειλινά στις γύρω λίμνες, στεφάνια υγρού τοπίου πάνω από μια πόλη περήφανη... Έμβλημά της παραμένουν το αλσύλιο του Αγίου Χριστόφορου και οι καπναποθήκες Παπαπέτρου και Παπαστράτου, οι οποίες πρόκειται να αναδειχθούν σε αξιόλογα κέντρα πολιτισμού.
Άδεια, μισογκρεμισμένα, ξεχασμένα απ τους ανθρώπους, όχι όμως κι από το χρόνο, κτίρια. Η σημερινή εικόνα των καπναποθηκών του Αγρινίου δίνουν μια αίσθηση εγκατάλειψης. Η αίσθηση επιτείνεται από τη -λογική- απουσία του αδιαμφισβήτητου πρωταγωνιστή. Προφανώς, λείπει ο καπνός! 


Τα οπτικά ερεθίσματα όμως πυροδοτούν μνήμες ή γεννούν νέες εικόνες και παραστάσεις. Αδιόρατα το μάτι βλέπει εργάτες να κινούνται στις αίθουσες, να δένουν καπνά, να τα ντανιάζουν, επιστάτες να επιβλέπουν το στοίβαγμα, την αποθήκευση, την ωρίμανση..,
Η ιστορία της πόλης του Αγρινίου είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον καπνό. Τα κτίρια των καπναποθηκών είναι χώροι που έχουν σαφώς ιστορική, αρχιτεκτονική και πολιτιστική αξία για την πόλη. Αποτελούν δε, σημεία αναφοράς στον πολεοδομικό της χάρτη. 
Το Αγρίνιο κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου ακολουθεί κυριολεκτικά τους κύκλους του καπνού. Το μάζεμα, το στέγνωμα των φύλλων, την επεξεργασία τους, τη δεματοποίηση, τη μεταφορά στις μεγάλες καπναποθήκες της πόλης και τη μετέπειτα επεξεργασία εκεί. 
Χαρακτηριστικά διώροφα κτίρια, χτισμένα με πέτρα και ξύλο, οι καπναποθήκες αποτυπώνουν όλες τις όψεις της πολύπλοκης σχέσης του καπνού με την πόλη της καπνεργασίας, τις καθημερινές συνήθειες της δουλειάς, τον καταμερισμό εργασίας, τις σχέσεις εξουσίας ανάμεσα στους καπνεμπόρους, στους καπνεργάτες και στις καπνεργάτριες, τις πολύ συχνά αιματηρές πολιτικές συγκρούσεις, τη μιζέρια, την εξαθλίωση, τη φυματίωση που θερίζει τους καπνεργάτες, αλλά και τη συμπαράσταση, τους αγώνες, τους ήχους, τα χρώματα/τις κρυφές ερωτικές ματιές στα σαλόνια επεξεργασίας, ακόμη και το άρωμα του καπνού μιας έντονης και ταραγμένης καθημερινής ζωής. 
Τι απομένει ωστόσο από τη σχέση αυτή σήμερα;
Αυτό που έμεινε τελικά είναι μια σιωπή, η σιωπή στην οποία έχουν περιέλθει όλοι αυτοί οι χώροι που για χρόνια έσφυζαν από ζωή και χρώματα. 
Τα ανοιξιάτικα και καλοκαιρινά πρωινά έφταναν στα κανομάγαζα πρώτα οι καπνεργάτες κατά εκατοντάδες και η είσοδός τους γινόταν με κωδωνοκρουσίες, όπως επίσης και η έξοδός τους. Στην είσοδο υπήρχε τοποθετημένο ένα κουτί, στο οποίο οι εργάτες έριχναν τις μάρκες τους. Κάθε μεταλλικός ήχος σήμαινε ένα ακόμη εξασφαλισμένο μεροκάματο. 
Στη διάρκεια της μέρας οι καπνεργάτριες είχαν δικαίωμα για δυο δεκάλεπτα διαλείμματα. Άλλες κολάτσιζαν το πρόχειρο φαγητό τυλιγμένο στην πετσέτα στις πιο ήσυχες γωνιές του καπνομάγαζου κι άλλες έβγαιναν στα πεζούλια για τη μικρή τους ανάπαυλα.
Μια καπνεργάτρια του Αγρινίου, θυμάται:
«...εμείς παλιά καθόμασταν, μέχρι το '30, στο "τσολ", κάτω σταυροπόδι και ξεδιαλέγαμε τον καπνό, τον βάζαμε κατά ποιότητα στα κασελάκια που ήταν μπροστά μας. Εγώ όλα μου τα χρόνια ήμουν ξεφυλλίστρια. Ήξερα να ξεχωρίζω αμέσως την ποιότητα του καπνού και τα χέρια μου αστραπή πήγαιναν στο κάθε κασονάκι την ποιότητα που έπρεπε... Εκατό γυναίκες σκυμμένες και ξεφυλλίζαμε, όλη τη μέρα, τον καπνό. Σε μια αίθουσα εκατό γυναίκες κι η μυρουδιά αφόρητη. Κι αμίλητες...»
 
Η γεωγραφική μετατόπιση των κέντρων της καπνεργασίας οδήγησαν στην ερήμωση αυτών των ιστορικών κτιρίων της πόλης του Αγρινίου. 
Πλέον και στις φωτογραφίες διακρίνεται το τέλος μιας πορείας στην οποία η μοίρα ανθρώπων και υλικών ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη. Ταυτόχρονα όμως, απ' τις ίδιες φωτογραφίες ξετρυπώνει και η ελπίδα ότι τα κτίρια έχουν τη δική τους δυναμική, αυτή που τους επιτρέπει να αλλάζουν ζωές και χρώματα.
Η μορφή των χώρων καπνεργασίας του Αγρινίου ακολουθούσε απολύτως τη λειτουργία τους. 
Καθώς χρειάζονταν φως στην επεξεργασία και σκιά στην αποθήκευση, αρχιτεκτονικά οι αποθήκες εξασφάλιζαν φως ψηλά και σκιά χαμηλά. Ως συνέπεια, στον πρώτο όροφο στιβάζονταν τα ανεπεξέργαστα καπνά πάνω σε ξύλινα τελάρα, γνωστά ως κρεβαταριές, ώστε τα καπνόφυλλα να αερίζονται και να προστατεύονται από το σάπισμα. Περιμετρικά υπήρχαν ανοίγματα που εξασφάλιζαν τον αερισμό του χώρου, ήταν όμως μικρά, για να περιορίζουν το φωτισμό. 
Στο δεύτερο όροφο γινόταν η επεξεργασία. Συμμετρικά με τον πρώτο όροφο φτιάχνονταν παράθυρα περιμετρικά, με μεγαλύτερο όμως άνοιγμα, για να εξασφαλίζουν περισσότερο φως.
Το εσωτερικό των καπνομάγαζων ήταν ενιαίο και οι στέγες ξύλινες τετράριχτες και καλύπτονταν από βυζαντινά κεραμίδια. Η κάτοψή τους ήταν ορθογωνική, σαν ένα απλό κουτί παπουτσιών, με τη στενή του πλευρά να αποτελεί την πρόσοψη του κτιρίου. Ένα αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό όλων των κτιρίων αυτών, είναι ότι διέθεταν μόνο μια πόρτα κι αυτή με σχετικά μικρό άνοιγμα, αν σκεφτεί κανείς ότι επρόκειτο για δημόσια κτίρια βιομηχανικού χαρακτήρα.
Μια καπνεργάτρια του Αγρινίου, θυμάται:
«...μετά το '50, το 1958 για την ακρίβεια, ήρθαν οι μηχανές, τις έφερε ο Ηλιού πρώτος. Οι καπνεργάτες χύμηξαν να τις σπάσουν... Οι αποθήκες δούλευαν χρονικής ως τότε, χειμώνα καλοκαίρι. Με τα μηχανήματα κοβόταν η δουλειά. Κάθε λεπτό κι ένα δέμα ήταν έτοιμο μ' αυτές. Να η αστυνομία, ξύλο, απεργίες... Σιγά σιγά όλες οι αποθήκες έβαλαν μηχανήματα και δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτε. Ήρθαν και τα υγραντήρια, σε δυο λεπτά μέσα το υγραντήριο έβγαζε υγρό τον καπνό, τι χρειάζονταν οι καπνεργάτες;»


Πηγές:  "ΚΑΠΝΟΜΑΓΑΖΑ" - ΚΑΜΙΛΟ ΝΟΛΛΑΣ 
             "ΤΟ ΑΓΡΙΝΙΟ ΚΑΠΟΤΕ" - ΑΡ. ΜΠΑΡΧΑΜΠΑΣ





Πέμπτη 27 Ιανουαρίου 2011

Πάρκο



Μέχρι το 1919 η οικογένεια του Αγρινιώτη ποιητή Κώστα Χατζόπουλου είχε στην κατοχή της ένα κτήμα 54 στρεμμάτων στην περιοχή "Λυκοράχια" στα όρια της πόλης του Αγρινίου. 
Το 1919 οι αδελφοί Παπαστράτου αγόρασαν το κτήμα αυτό και το διαμόρφωσαν έτσι ώστε να γίνει χώρος αναψυχής για τους κατοίκους του Αγρινίου.




Η είσοδος του πάρκου με το εκκλησάκι της Αγίας Σωτήρος στο βάθος. Κάρτα που είχε τυπώσει ο συμπολίτης μας Α. Αλεξάκης το 1940.

Τα δέντρα νεοφυτεμένα και τα σπίτια πίσω από το πάρκο ελάχιστα.




Μερικά χρόνια αργότερα...





1956. 
Μετά τα αποκαλυπτήρια των προτομών του Επαμεινώνδα και Σωτηρίου Παπαστράτου.
Διακρίνονται από δεξιά Βαγγέλης Παπαστράτος, ο δήμαρχος Ηλίας Σαγεώργης, στο κέντρο πρώτο πλάνο ο Γιάννης Παπαστράτος και δεύτερος από αριστερά ο Τάσος Παπαστράτος.



Καπναποθήκες


Οι καπναποθήκες των Αφών Παναγοπούλου στην συμβολή των οδών Παναγοπούλου και Γρίβα. Κατεδαφίστηκαν και  στη θέση τους χτίστηκε μια σύγχρονη πολυκατοικία. Οι καπναποθήκες των αδελφών Παναγοπούλου ήταν συνδεδεμένες με θλιβερά γεγονότα της γερμανοϊταλικής κατοχής, αφού τα υπόγειά τους χρησιμοποιήθηκαν σαν φυλακές ελλήνων κρατουμένων.



==============================================

Οι παλιές καπναποθήκες Παπαπέτρου που είναι ένα σημαντικό διατηρητέο κτίριο, αγοράστηκαν  από το Ελληνικό Δημόσιο αντί τριών περίπου εκατομμυρίων ευρώ. Το Ελληνικό Δημόσιο μάλιστα σε συνεργασία με την Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας είχε αποφασίσει, επί υπουργίας Ευαγ. Βενιζέλου, να ολοκληρωθεί ο μετασχηματισμός των αποθηκών σε Αρχαιολογικό Μουσείο Αγρινίου.
Παρ' όλα αυτά παραμένει ανεκμετάλευτο και έρμαιο στην φθορά του χρόνου.



 =============================================

Οι καπναποθήκες των αδελφών Παπαστράτου



================================================

Οι καπναποθήκες Παπαβασιλείου. 
Βρισκόταν στην πλατεία Τσακανίκα

Αρχείο Μαίρης Λυμπουρίδη. Δεκαετία 1920


 =============================================

Οι καπναποθήκες των αδελφών Κόκκαλη.
  Βρισκόταν επί της οδού Μπουκογιάννη.


===========================================

"Στου Βραχωριού την άκρη"


του Αθανάσιου Κυριαζή


"Φτωχός Ποιητής"


του Αθανάσιου Κυριαζή




Αθανάσιος Κυριαζής 1887-1950



Ο Αθανάσιος Κυριαζής γεννήθηκε στο Αγρίνιο στις 13 Οκτωβρίου του 1887. 
Σε ηλικία 6 ετών ορφάνεψε από πατέρα και η μητέρα του έγινε ο προστάτης των τριών παιδιών της δουλεύοντας στον αργαλειό. Κι αυτός από μικρό παιδί δούλευε σαν σερβιτόρος σε μαγαζί συγγενούς του και αργότερα σαν μαθητής δούλευε αντιγράφοντας συμβόλαια σε συμβολαιογραφείο του Αγρινίου.

Σπούδασε Νομική δουλεύοντας παράλληλα στην Βουλή των Ελλήνων σαν στενογράφος.
Η πρώτη του λογοτεχνική εμφάνιση έγινε στην ηλικία των 14 ετών από τις στήλες του πασίγνωστου τότε παιδικού περιοδικού "Η Διάπλασις των Παίδων".
Σαν φοιτητής δημοσίευσε ποιήματά του στα περιοδικά "Νουμάς", "Νέα Εστία", "Νέα Γράμματα".
Το 1920 κυκλοφόρησε η συλλογή ποιημάτων του με τον τίτλο "Εκατόμβη". 

Το 1921 το περιοδικό "Νουμάς" αναφέρει : "....Η πρώτη συλλογή του Κυριαζή  "Εκατόμβη" βγήκε πέρσι και έκαμε μεγάλη εντύπωση. Εξαντλήθηκε σχεδόν και μόνο ελάχιστα αντίτυπα βρίσκονται στο "Αθηναϊκό" βιβλιοπωλείο..."

Ο Αθανάσιος Κυριαζής πέθανε το 1950.


ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ

1920   Εκατόμβη
1921   Στιγμές που ζω
1922   Η καρδιά με τα φίδια
1923   Επιτάφια ρόδα
1925   Στην παλιά στράτα του χωριού
1928   Τα Ρουμελιώτικα
1929   Τα τραγούδια της νύχτας
1929   Ονόματα για τρεις σταυρούς
1932   Ζωή και μοίρα
1936   Αιγινήτικα ακρογιάλια
1947   Όνειρα και παραμύθια
1949   Κοχύλια και πετράδια
1950   Τα παροξύτονα (Εκδόθηκε μετά τον θάνατό του)


Πηγές : Θ. Μ. Πολίτης: Λογοτεχνικές Προσεγγίσεις Ελλήνων δημιουργών

Τρίτη 25 Ιανουαρίου 2011

Επιταγές...


...του 1944

28 Σεπτεμβρίου 1944
Τράπεζα Ελλάδος Υποκατάστημα Αγρινίου
Ποσό 500.000.000 ( πεντακόσια εκατομμύρια )

          


7 Οκτωβρίου 1944
Τράπεζα Ελλάδος Υποκατάστημα Αγρινίου
Διευθυντής: Γ. Φανός
Ποσό 1.000.000.000 (ένα δισεκατομμύριο)





Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2011

ΜΙΑ ΣΕΛΙΔΑ ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΛΙΟ ΑΓΡΙΝΙΟ



http://www.agriniomemories.gr/index.php

Μία υπέροχη σελίδα για το παλιό Αγρίνιο από τον συντοπίτη μας Νικόλαο Αντωνίου με σπάνιες φωτογραφίες από το παλιό Αγρίνιο. Επισκεφθείτε το!! Σίγουρα θα ενθουσιαστείτε!!


==========================
==========================

Οδός Παπαστράτου και Μπότσαρη



Οδός Παπαστράτου και Μπότσαρη
Οικία Κατσιμπίνη



Πίσω μέρος της κάρτας



Το ίδιο σπίτι δύο δεκαετίες αργότερα
Η αυλή έχει αντικατασταθεί από μαγαζί και στην θέση του μνημείου υπάρχει περίπτερο.



Η πλευρά του ίδιου σπιτιού από την οδό Παπαστράτου.









"Το κολάρο"


του Δημήτρη Χατζόπουλου ή Μποέμ

Δημοσιεύτηκε το 1901 στο περιοδικό "Ημερολόγιον Σκώκου"


Πατήστε πάνω στο κείμενο για μεγέθυνση


Πατήστε πάνω στο κείμενο για μεγέθυνση


Πατήστε πάνω στο κείμενο για μεγέθυνση


Πατήστε πάνω στο κείμενο για μεγέθυνση


Πατήστε πάνω στο κείμενο για μεγέθυνση


Σάββατο 22 Ιανουαρίου 2011

Το Αγρίνιο, ο Καπράλος και ο Ελύτης



Από το Περιοδικό Τέχνης "ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ"  
(τεύχος Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2007)
Γράφει ο Δημήτρης Πιστικός

Πατήστε πάνω στο κείμενο για μεγέθυνση




Πατήστε πάνω στο κείμενο για μεγέθυνση



Πατήστε πάνω στο κείμενο για μεγέθυνση